- ποϊγκιάνα
- (poinciana). Φυτό δικοτυλήδονο της οικογένειας των Καισαλπινιδών, με τρία είδη ιθαγενή των τροπικών περιοχών της Ασίας και της Αφρικής. Είναι δέντρα διακοσμητικά ανθόκηπων, και πάρκων. Τα άνθη τους είναι μεγάλα, με χρώμα πορτοκαλί. Πολλαπλασιάζονται με μοσχεύματα και με σπορά. Το είδος π. η βασιλική, ιθαγενές της Μαδαγασκάρης, έχει μεγάλα άνθη 7-10 εκ. πλάτος. Η π. η κονζάτια έχει άνθη κιτρινοκόκκινα.
Dictionary of Greek. 2013.